κόντρα-πλακέ

κόντρα-πλακέ
(γαλλ. contre-plaqué). Υλικό ξύλου βιομηχανικής κατασκευής, που αποτελείται από τρία ή περισσότερα λεπτά φύλλα ξύλου κολλημένα σε αλλεπάλληλες στρώσεις, έτσι ώστε οι ίνες του ενός φύλλου να διασταυρώνονται κάθετα προς τις ίνες του επόμενου, αντισταθμίζοντας πιθανές παραμορφώσεις από μεταβολές της θερμοκρασίας και της υγρασίας. Η επεξεργασία του κ.-π. προβλέπει διαδοχικές φάσεις και ανεπτυγμένες τεχνικές εγκαταστάσεις. Οι κορμοί, αφού αποφλοιωθούν και κοπούν στο κατάλληλο μήκος, εκτίθενται σε ατμούς για να μαλακώσει το ξύλο τους. Ύστερα, με μια ειδική μηχανή εφοδιασμένη με λεπίδα, κόβονται σε φύλλα πάχους 1-2 χιλιοστών. Κατά την κατεργασία αυτή ο κορμός περιστρέφεται γύρω από τον άξονά του και η λεπίδα της μηχανής εκτελεί ένα είδος προοδευτικής αποφλοίωσης. Τα κομμένα φύλλα στεγνώνουν, τοποθετούνται ώστε οι ίνες τους να διασταυρώνονται και κολλιούνται το ένα πάνω στο άλλο με ειδικές κόλλες και πρέσες που λειτουργούν εν θερμώ. Τα κ. κατασκευάζονται σε διάφορα πάχη από ποικίλα είδη ξύλου και με ίνες που σχηματίζουν ορισμένη γωνία. Τέλος, τα φύλλα μεταφέρονται σε ειδικά μηχανήματα για τη λείανση των εξωτερικών επιφανειών και την ξήρανση του προϊόντος. Οι πρώτοι τύποι κ.-π. που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονταν από σημύδα και από σκλήθρα. Σήμερα παράγεται συνήθως από την καναδική λεύκη, καθώς αυτό το δέντρο έχει σχετικά συντομότερο κύκλο αναπαραγωγής (περίπου 12 χρόνια) και το ξύλο του παρουσιάζει ορισμένα ειδικά πλεονεκτήματα. Το κ.-π. χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία, στη ναυπηγική και στη συσκευασία. Για διακοσμητικούς σκοπούς κατασκευάζονται κ.-π. από καρυδιά, σφεντάμι, παλίσανδρο, μαόνι κ.ά. Για λόγους οικονομίας, τα ξύλα (συνήθως λεύκας) αυτών των κ.-π. επενδύονται με λεπτά φύλλα πολύτιμου ξύλου. Για την κατασκευή των κόντρα-πλακέ, τα φύλλα του ξύλου κόβονται αρχικά στις επιθυμητές διαστάσεις.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • έπιπλο — Κινητή ξύλινη ή μεταλλική κατασκευή ποικίλων χρήσεων. Η ιστορία των ε. είναι τόσο παλιά όσο σχεδόν ο κόσμος. Αν όμως το έ. εξεταστεί όχι μόνο από την πλευρά της χρησιμότητας αλλά και του διακοσμητικού χαρακτήρα του, η πραγματική ιστορική αρχή του …   Dictionary of Greek

  • ξύλο — Φυτικός ιστός, που σχηματίζει, στον βλαστό και στις ρίζες των φυτών, το ξυλώδες αγγειακό τμήμα των ηθμαγγειωδών δεσμίδων, ή σύστημα των αγωγών αγγείων· με το σύστημα αυτό μεταφέρεται και κυκλοφορεί ο ακατέργαστος χυμός, δηλαδή το νερό και οι… …   Dictionary of Greek

  • φύλλο — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 95 μ.) του νομού Καρδίτσας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (24 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και άλλος ένας μικρότερος οικισμός, ο Αμπελώνας (υψόμ. 100 μ.). * * * το / φύλλον, ΝΜΑ 1. πεπλατυσμένη, συνήθως, πράσινη έκφυση τού… …   Dictionary of Greek

  • Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… …   Dictionary of Greek

  • Λάε — Πόλη (107.000 το 2003) της Παπούα Νέας Γουινέας, πρωτεύουσα της επαρχίας Μορόμπε. Βρίσκεται στον κόλπο Xουόν, στη βορειοανατολική ακτή του νησιού της Νέας Γουινέας, 288 χλμ. Β του Πορτ Mόρεσμπι. Μολονότι είχε επιλεγεί να αντικαταστήσει το… …   Dictionary of Greek

  • Νορβηγία — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στη Σκανδιναβία. Συνορεύει Α με τη Σουηδία, ΒΑ με τη Φινλανδία και τη Ρωσία, Β βρέχεται από τη θάλασσα Μπάρεντς και Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.H Ν. (της οποίας η ονομασία, Nόργκε ή Nοργκ σημαίνει δρόμος του βορρά),… …   Dictionary of Greek

  • Σερένιο — (Seregno). Πόλη (περ. 27.000 κάτ.) της Ιταλίας στην επαρχία του Μιλάνου, σε απόσταση 24 χλμ., από αυτό. Η εδαφική περιοχή ανάμεσα στο Σεβέζο και το Λάμπρο παράγει δημητριακά, πατάτες, λαχανικά, ζωοτροφές, μούρα. Αρκετά αναπτυγμένες οι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”